προσαγορεύει

προσαγορεύει
προσαγορεύω
address
pres ind mp 2nd sg
προσαγορεύω
address
pres ind act 3rd sg
προσαγορεύω
address
pres ind mp 2nd sg
προσαγορεύω
address
pres ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • EST — Dei nomen, etiam apud Gentiles. Quo pertinet Fani Mainervae, quod Sai in Aegypto erat, inscriptio, a Plutarch. de Isid. et Osir. p. 354. relata, Ε᾿γὠ ἐιμὶ πᾶν τὸ γεγονὸς, καὶ ἦν καὶ ἐσόμενον, Ego sum, quod Exstitit, EST, Erit. Atqueve alia τȏυ Εἰ …   Hofmann J. Lexicon universale

  • αδελφόθεος — Προσωνυμία του Αποστόλου Ιακώβου. Στην Προς Γαλάτας επιστολή του (1,19), ο Απόστολος Παύλος τον προσαγορεύει αδελφόν του Κυρίου.Όσοι αναφέρονται στην Καινή Διαθήκη ως αδελφοί του Χριστού (Ιάκωβος, Ιωσήφ, Ιούδας, Σίμων) ήταν, σύμφωνα με ορισμένες… …   Dictionary of Greek

  • προσήγορος — ον, και δωρ. τ. ποτάγορος, Α 1. αυτός που προσαγορεύει, που προσφωνεί κάποιον («παλλάδος θεᾱς ὅπως ἱκοίμην εὐγμάτων προσήγορος», Σοφ.) 2. (για τις μαντικές βαλανιδιές τής Δωδώνης) αυτές που απευθύνουν τον λόγο στους θεωρούς, που με το θρόισμά… …   Dictionary of Greek

  • προτιόσσομαι — Α 1. βλέπω, κοιτάζω 2. (για τον νου) προβλέπω, προαισθάνομαι 3. προσδοκώ, περιμένω 4. (κατά τον Ησύχ.) «προτιόσσεται προορᾱται, προσδέχεται, προσαγορεύει» 5. (κατά το λεξ. Σούδ.) «προτιόσσομαι, προσβλέπω, ἀπὸ τῶν ὄσσων ἡ μεταφορά». [ΕΤΥΜΟΛ. <… …   Dictionary of Greek

  • πρόσρηση — η / πρόσρησις, ήσεως [προσλέγω] ΝΜΑ 1. προσαγόρευση, προσφώνηση, χαιρετισμός 2. ονομασία, όνομα αρχ. 1. το πρόσωπο ή το πράγμα το οποίο προσαγορεύει κανείς, το αντικείμενο τής προσαγόρευσης 2. συμβουλή, παραίνεση 3. ορισμός («μιᾷ χρώμενοι… …   Dictionary of Greek

  • φιλοπροσήγορος — ον, Α ευπροσήγορος, προσηνής, καταδεκτικός. επίρρ... φιλοπροσηγόρως Α με φιλοπροσηγορία*. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + προσήγορος «αυτός που προσαγορεύει, που προσφωνεί κάποιον»] …   Dictionary of Greek

  • Αντίπατρος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Α. ο Μακεδόνας (400 – 319 π.Χ.). Στρατηγός, γιος του Ιόλλα. Το 346, ο Φίλιππος B’ του ανέθεσε τις διαπραγματεύσεις ειρήνης με την Αθήνα και κατόπιν την αρχηγία του πολέμου εναντίον της Θράκης. Μετά τη μάχη της… …   Dictionary of Greek

  • βλάχοι — Έτσι ονομάστηκαν οι εκλατινισμένοι κάτοικοι της Βαλκανικής, προπάντων οι παλιοί Θράκες Βησσοί της Ροδόπης και του Αίμου, που κατά ένα μέρος μιλούσαν τη θρακική τους γλώσσα έως τον 7ο αι. μ.Χ., αλλά στο μεγαλύτερο μέρος τους γλωσσικά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”